Αδάμαστο Περού

Πηγή: PrensaLatina, μετάφραση: Θ.Ν.

(Η εξέγερση στο Περού συνεχίζεται, με αμείωτη την ένταση τόσο της κρατικής καταστολής όσο και της επιμονής των αγωνιζομένων. Εκτός από το ιστορικό πλαίσιο του πραξικοπήματος, το ρόλο και τα πολλαπλά συμφέροντα των γιάνκηδων στην περιοχή, έχει σημασία να σταθεί κανείς στην βαθιά οργή που σαν ηφαίστειο εξερράγη μετά την ανατροπή του Καστίγιο.

Μια λάβα θυμού κι αποφασιστικότητας ξεπετάχτηκε από τις ιθαγενικές περιοχές και παρασέρνει και τις υπόλοιπες φτωχές μάζες σ’ ένα ποτάμι που κυκλώνει και πλέον κατακλύζει την πρωτεύουσα Λίμα.

Μια ιθαγενική έκρηξη που θυμίζει αρκετά την αντίστοιχη στην Βολιβία προ τριετίας κόντρα στο ακροδεξιό πραξικόπημα εναντίον του Μοράλες. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν φαίνεται στον εξωτερικό παρατηρητή να υπάρχει ένα πολιτικό εργαλείο με την συσσωρευμένη πολιτική εμπειρία και δικτύωση του βολιβιανού MAS.

Αλλά έχουμε κάθε λόγο να ευελπιστούμε ότι τρόποι και εργαλεία θα σφυρηλατηθούν με παλιά και νέα υλικά μέσα στη φωτιά της μάχης. Η περουβιανή φτωχολογιά άλλωστε, με την ιθαγενική «πλέμπα» στην πρωτοπορία της, έχει ήδη επιδείξει τεράστια αποθέματα θάρρους κι αποφασιστικότητας, επινοητικότητας και μαχητικότητας, επιβάλλοντας την παρουσία της στο προσκήνιο των εξελίξεων με αιματηρές θυσίες και σπάζοντας την τρομοκρατία της καταστολής και το τείχος σιωπής κι απάθειας εντός κι εκτός χώρας. Τα βάθη αυτής της ψυχικής δύναμης και τις ιδιαιτερότητες που την καθορίζουν επιδιώκει να «αντηχήσει» το παρακάτω κείμενο. Θ.Ν.)

Αυτοί που σχεδίασαν και εκτέλεσαν την ανατροπή του προέδρου Πέδρο Καστίγιο στο Περού στις 7 Δεκεμβρίου του περασμένου έτους, δεν φαντάστηκαν ποτέ, ούτε υπολόγισαν, τη λαϊκή ανυπακοή στην ύπαιθρο, στις -και από- τις περιοχές που εξαθλιώθηκαν και λεηλατήθηκαν από το δισεκατονταετές ρεπουμπλικανικό κράτος-εταιρεία.

Κάποια στιγμή θα καταστεί σαφές ποιοι ακριβώς παράγοντες πυροδοτούν αυτή την συγχρονισμένη και διαρκή μαζική συλλογική δράση, πρωτοφανή στην ιστορία της χώρας. Κατά κανόνα, η ιστορική συσσώρευση της κοινωνικής δύναμης ενεργοποιείται και συμπυκνώνεται γύρω από κάποιον κεντρικό καθοδηγητή ή ηγέτη. Σε αυτή την περίπτωση, δεν υπάρχει κανένας τέτοιος «καουντίγιο».

Φαίνεται ότι ένα από τα ενοποιητικά στοιχεία της λαϊκής ανυπακοής είναι η αγανάκτηση για τον πόνο που προκάλεσαν οι σφαγές και η ανερχόμενη λαϊκή ατζέντα που κερδίζει έδαφος στην εθνική πολιτική αφήγηση: Παραιτηθείτε όλοι, νέες εκλογές, νέα Συντακτική Συνέλευση, ο Καστίγιο ελεύθερος.

Η αντιδημοκρατική καθαίρεση του Πέδρο Καστίγιο ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την υπομονή των λαϊκών στρωμάτων της υπαίθρου, τα οποία ήταν ήδη εξοργισμένα από τις καταπιεστικές δραστηριότητες των επιχειρηματικών παραγόντων του νεοφιλελεύθερου συστήματος σε διάφορες περιοχές του εσωτερικού της χώρας, και επιπλέον θυμωμένα από την αποικιοκρατική και καταχρηστική παρουσία του ίδιου του περουβιανού εθνικού κράτους.

Με τιμητικές εξαιρέσεις, η διανόηση της Λίμα ήταν πάντοτε πιστή στα συμφέροντα του δισεκατονταετούς «πρότζεκτ εσωτερικής αποικιοκρατίας» που καθιέρωσε η περουβιανή δημοκρατία. Τα ηγεμονικά ακαδημαϊκά ιδρύματα όχι μόνο προσπάθησαν να εδραιώσουν τη μυθοπλασία του περουβιανού εθνικού πρότζεκτ στη φαντασία της μεσαίας τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, αλλά επίσης διέπλασαν διανοητικά τον εκ γενετής ρατσισμό του δισεκατονταετούς κρεολικού κράτους, εξοστρακίζοντας την ύπαρξη των λαών «όλων των φυλών» (todas las sangres) ως πολιτών ή κοινωνικοπολιτικών υποκειμένων από το θεωρητικό και αφηγηματικό σώμα του επίσημου Περού.

Τώρα που ξέσπασε η λαϊκή ανυπακοή, με τις δικές της αφηγήσεις, η διανόηση της Λίμα επέλεξε να απαξιώσει και να «διαβάλλει ως τρομοκράτες» (“terruquear”) τους ανθρώπους των φυλών Κέτσουα και Αϊμάρα που κινητοποιήθηκαν στους δρόμους. Και, μη καταφέρνοντας να τους απονομιμοποιήσει ως γνήσια κοινωνικοπολιτικά υποκείμενα στη χώρα του λυκόφωτος, τώρα απλά παρακολουθεί από την εξέδρα.

Η πλειοψηφία της επαρχιακής διανόησης είναι επίσης μπερδεμένη μέσα σε αυτή την οδυνηρή και επιβαρυμένη συγκυρία, μεταξύ της αφοσίωσης στο κράτος και στις εταιρείες που πληρώνουν τους μισθούς της και της ευαισθησίας στον πόνο των αιματοβαμμένων αδελφών της που θρηνούν εξαιτίας του εγκληματικού κράτους. 

Ο επιχειρηματικός Τύπος που εδρεύει στη Λίμα ουσιαστικά έδειξε γυμνό τον δομικό του ρατσισμό για τους ανθρώπους που κινητοποιήθηκαν στους δρόμους, οι οποίοι με τα κινητά στο χέρι έδειχναν ζωντανά όλα όσα ο Τύπος της Λίμα έκρυβε ή προσπαθούσε να αποκρύψει.

Αν η λαϊκή απόρριψη του επιχειρηματικού Τύπου υπήρχε ήδη πριν από τη σφαγή των 50 Περουβιανών διαδηλωτών ανδρών και γυναικών, τώρα αυτή η αυξανόμενη απόρριψη έχει μετατραπεί σε πάνδημη αποδοκιμασία. Προχώρησαν μέχρι και στην αποπομπή δημοσιογράφων του κυρίαρχου Τύπου από τις κοινωνικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις επιτέθηκαν στις εγκαταστάσεις ή τις υποδομές τους.

Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ του Περού, έχοντας αποτύχει στην προσπάθεια ελέγχου (μέσω της διαχείρισης των φόβων και των επιθυμιών) των αντιδράσεων του εξαθλιωμένου πληθυσμού μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης, προχώρησαν στην χρήση του «ύστατου όπλου» του ιστορικού αποικιακού ελέγχου: την τιμωρία και την πάταξη του ανυπότακτου πληθυσμού με στρατιωτικά μέσα. Σε λιγότερο από δύο μήνες, η σφετερίστρια πρόεδρος έχει ήδη κηρύξει δύο τρεις φορές κατάσταση έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης κυκλοφορίας. Όμως, ο κινητοποιημένος πληθυσμός, κάθε άλλο παρά φοβισμένος από τις σφαγές, ακόμη και κατά τις ώρες απαγόρευσης της κυκλοφορίας συνέχισε και συνεχίζει να συγκεντρώνεται, αποκλείοντας δρόμους, καταλαμβάνοντας χώρους, δημόσια και ιδιωτικά κτίρια.

Ο κινητοποιημένος πληθυσμός έχασε το φόβο του για τα όπλα του κράτους και το κράτος έχασε την κυριαρχία του ακόµα και διατηρώντας το µονοπώλιο της βίας. Σήμερα οι κύριοι δρόμοι της χώρας, πολλά διαμερίσματα, επαρχίες και περιφέρειες βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αλλά τα ποτάμια των ανθρώπων όλων των φυλών συνεχίζουν να φθάνουν στη Λίμα για να συμμετάσχουν στην εθνική απεργία.

Η περουβιανή ολιγαρχία, έχοντας αποτύχει να εδραιώσει πλήρως την εξουσία/κράτος σε όλη την επικράτεια του Περού, ζούσε επί δύο αιώνες της Δημοκρατίας μεταξύ του φόβου της «αγριότητας των Ινδιάνων που θα κατηφόριζαν από τους λόφους» και της επιβολής του βίαιου απολυταρχισμού της (τιμωρώντας και πατάσσοντας τους Ινδιάνους που εξεγείρονταν).

Σήμερα, παρενοχλούν και κακοποιούν τους ιθαγενικούς λαούς και τα λαϊκά στρώματα που κινητοποιήθηκαν στους δρόμους, συμπεριλαμβανομένων 50 ανθρώπων που σκοτώθηκαν από κρατικά πυρά, αλλά οι ανυπότακτοι «πληβείοι», χωρίς από πανικό ή μεμψιμοιρία, βρυχώνται ακόμα πιο δυνατά και προχωρούν κατά μέτωπο, από διάφορες κατευθύνσεις σε όλη τη χώρα, προς την ίδια την πολιτική και οικονομική καρδιά της περουβιανής ολιγαρχίας: την πόλη της Λίμα.

Σε αυτή τη ζοφερή και τεταμένη συγκυρία, η σφετερίστρια Ντίνα Μπολουάρτε, η οποία δεν λαμβάνει άλλωστε η ίδια τις αποφάσεις της εκτελεστικής εξουσίας, περιμένει τη μοιραία στιγμή της πτώσης της και της άμεσης φυλάκισής της για δεκάδες δολοφονημένους και τραυματίες.

Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί φορείς λήψης αποφάσεων στη χώρα είναι οι δύο πρώην στρατιωτικοί αξιωματικοί που είναι στρατηγικά τοποθετημένοι στην εξουσία από την περουβιανή ολιγαρχία: ο πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου και ο πρόεδρος του Κογκρέσου της Δημοκρατίας.

Δεν είναι σίγουρη η έκβαση του σεναρίου βραχυπρόθεσμα για το πενθούν Περού, ανάμεσα στα κρατικά όπλα και τους δρόμους. Το μόνο βέβαιο είναι ότι αυτή η εγκληματική κρατική συνθήκη αποκάλυψε αυτό που επί αιώνες το κράτος και η επίσημη περουβιανή κοινωνία προσπαθούσαν να αποκρύψουν: τον ρατσισμό και τον αυταρχισμό ως συστατικά στοιχεία του κράτους και της δισεκατονταετούς περουβιάνικης ταυτότητας.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s