Πρώτα κερδίζεις τη μάχη και μετά την πλειοψηφία

Κρίση εκπροσώπησης αλλά όχι αμφισβήτησης

Πέρα από τις επιφανειακές ερμηνείες για το μήνυμα των εκλογών, είτε ως εντολή στην κυβέρνηση να συνεχίσει το έργο της, είτε ως καταδίκη του μνημονίου από το 60% του πληθυσμού, στην πραγματικότητα αυτό είναι γκρίζο, αντιφατικό και δείχνει περισσότερο μια κοινωνία να βρίσκεται σε σύγχυση, ένα μέρος της να πολώνεται προς τα άκρα, παρά να κινείται συντεταγμένα προς την μια ή την άλλη κατεύθυνση.
Τα αποτελέσματα μπορεί να μην δικαίωσαν τις υψηλές προσδοκίες τμήματος της ελληνικής αριστεράς που θεώρησε ότι με «κατάλληλα» πρόσωπα ή με λεκτικούς βερμπαλισμούς μπορεί να εκφράσει «μαζικά» την αντιμνημονικακή διάθεση της κοινωνίας, ωστόσο δείχνουν με σαφή τρόπο ότι ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού που μέχρι προχθές στήριζε ενεργά, έχει πλέον άρει την εμπιστοσύνη του στο αστικό πολιτικό σύστημα. Αυτό εκδηλώθηκε βασικά με τρεις τρόπους: Πρώτον με τον διπλασιασμό της αποχής (2,3 εκ) σε σχέση με πέρσι, που αγγίζει το 30% του πραγματικού εκλογικού σώματος (8,3 εκ.), δεύτερον με τον τριπλασιασμό των λευκών και άκυρων ψηφοδελτίων που ξεπέρασαν το μισό εκατομμύριο. Και τρίτον με την μετακίνηση 200 χιλ., σε σχέση με τις περσινές εκλογές, ψηφοφόρων προς την αριστερά η οποία ξεπερνάει το 1 εκ. και σε ποσοστά το 20% πανελλαδικά.
Όσο για το αντιμνημονιακό μήνυμα που με ευκολία πίστεψε η αριστερά ότι μπορεί να το εκφράσει μέσα από τους δικούς της σχηματισμούς, φάνηκε ότι είχε τόσους διεκδικητές όσους έχει το σύνολο του πολιτικού φάσματος. Ήδη στο δεύτερο γύρο ο Σαμαράς πολιτεύεται ως ο γενικός εκφραστής του. Και γιατί όχι άλλωστε, όταν έγκριτοι αριστεροί αναλυτές επιμένουν ότι πράγματι οι δύο στους τρεις πολίτες ψηφίσαν κατά του μνημονίου, συμπεριλαμβάνοντας βεβαίως και τους ψηφοφόρους της ΝΔ. Άρα κάτι δεν τους ενώνει;
Αν κανείς θέλει να είναι στοιχειωδώς σοβαρός με την αποκωδικοποίηση του εκλογικού μηνύματος, κι αυτό το αντιλαμβάνεται ενστικτωδώς ο κόσμος της αριστεράς, θα έπρεπε να ξεκινήσει από το προφανές: ότι το 80% απ’ αυτούς που κατάφεραν να ρίξουν ένα έγκυρο ψηφοδέλτιο στην κάλπη και μετά από όλα τα δεινά του μνημονίου, ψήφισαν καραμπινάτα καθεστωτικά συστημικά κόμματα.

Οι μετακινήσεις

Το ΠΑΣΟΚ παρά τα όσα ισχυρίζονται οι εκπρόσωποί του, ακόμα κι αν συνυπολογίσουμε τα δύο αντάρτικα ψηφοδέλτια του Δημαρά και του Καλούδη στα Ιόνια χάνει καθαρά 900 χιλ. (χωρίς τους αντάρτες οι απώλειες αγγίζουν το 1,2 εκ.) Από 3 εκ. πριν 13 μήνες προσγειώνεται στα 2,1 εκ. Δεδομένου όμως ότι σε όλες τις περιφέρειες με εξαίρεση το Ν. Αιγαίο το ΠΑΣΟΚ χωρίς αντάρτες χάνει κατά μέσο όρο 7%, θα πρέπει βάσιμα να υποθέσουμε ότι τα δύο αντάρτικα ψηφοδέλτια συγκράτησαν τουλάχιστον 130 χιλ. ψήφους (2,5%) στον ευρύτερο κυβερνητικό χώρο. Επομένως το ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να υπολογιστεί κάτω από τα 2 εκ. και σε ποσοστά γύρω στο 36%, από 43,9% στις περσινές εκλογές. Το μόνο που διατηρεί ξεκάθαρα το κυβερνητικό κόμμα είναι μια εύθραυστη διαφορά 3% με τη ΝΔ, αν σκεφτεί κανείς ότι μόλις πριν έναν χρόνο ήταν 10,5%. Όπως και να χει με τέτοια ποσοστά, αν ο ΓΑΠ πήγαινε σε πρόωρες εκλογές θα αδυνατούσε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και ως εκ τούτου έχει απολέσει ήδη την λαϊκή συναίνεση, αν κανείς ενδιαφέρεται για τέτοιες προϋποθέσεις.
Η ΝΔ όχι μόνο δεν εισπράττει από την πτώση του ΠΑΣΟΚ, αλλά χάνει 540 χιλ. ψηφοφόρους της. Αν το ΠΑΣΟΚ χάνει έναν στους τρεις, η ΝΔ χάνει έναν στους τέσσερις. Από 2,3 εκ βρίσκεται πλέον στο 1,75 εκ. και σε ποσοστά 32,4%, μια μονάδα κάτω από πέρσι, υπολογίζοντας και τον κρητικό αντάρτη της Μπακογιάννη. Ο Σαμαράς μπορεί να χαίρεται για τη συγκράτηση των ποσοστών, όμως δεν πρέπει να είναι καθόλου σίγουρος ότι αυτός ο κόσμος θα επιστρέψει στη ΝΔ. Πολύ πιθανό να αποτελεί μια πρώτη βάση για την Μπακογιάνη που τουλάχιστον στην Κρήτη δείχνει ότι διαθέτει μια σημαντική επιρροή και σίγουρα ένα μέρος των οπαδών της (ίσως 50 χιλ) στην Αττική κατευθύνθηκε στον Δημαρά. Αυτό μάλιστα πρέπει να το πάρουν υπόψη τους όσοι για να τους βγουν τα νούμερα προσθέτουν τον ανεκδιήγητο Δημαρά από δω ή από κει για να βγάλουν ευρύτερα συμπεράσματα.
Και ενώ η ΝΔ όχι μόνο δεν συνέρχεται, αλλά φαίνεται ότι καθηλώνεται σε ποσοστά (30%) που τη θέτουν εξ αντικειμένου έξω από τη διεκδίκηση της αυτοδυναμίας, το ΛΑΟΣ αδυνατεί να εισπράξει το παραμικρό από τη δυσαρέσκεια των δεξιών ψηφοφόρων, ούτε καν από το καλλιεργούμενο κλίμα ξενοφοβίας. Και γι’ αυτό όχι μόνο παραμένει στα περσινά ποσοστά του 5,6%, αλλά χάνει και 80000 ψήφους, αφού πρώτα προσθέσουμε στις ψήφους του ένα μέρος από τα κοινά ψηφοδέλτια με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Κοινά βεβαίως ψηφοδέλτια που δείχνουν και την αδυναμία του ΛΑΟΣ να παρουσιάσει αυτόνομες λίστες σε όλη τη χώρα, γεγονός που το έφερε στα πρόθυρα ακόμα και της διάσπασης. Οι φυγόκεντρες τάσεις πρωτοκλασάτων στελεχών δείχνουν ότι το κόμμα αυτό μάλλον θα παίξει το ρόλο τσόντας στην επιχειρούμενη αναδιάρθρωση του αστικού πολιτικού συστήματος. Τα σαλιαρίσματα του Καρατζαφέρη με την οικογένεια Μητσοτάκη και η ολοταχώς απομάκρυνση του κολεγιόπαιδου Βορίδη από τις ακροδεξιές καταβολές του, όπως επίσης και οι κολοτούμπες για το μνημόνιο, γεγονός απαράδεκτο για εθνοκεντρικό κόμμα, μάλλον επιβεβαιώνουν ότι όπου να’ ναι κλείνει ο κύκλος του.
Έτσι τα συστημικά κόμματα ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑΟΣ χάνουν 1,6 εκ. το οποίο είτε απέχει (1,1 εκ), είτε ρίχνει λευκό άκυρο (+300 χιλ. από τα συνηθισμένα), είτε ένα μικρό μέρος κινείται στα αριστερά (200 χιλιάδες).
Ο πολιτικός χάρτης πλέον διαμορφώνεται ως εξής: κέντρο (Πασοκ-Οικολόγοι) 40%, Δεξιά 38%, Αριστερά 20%, όταν μόλις πέρσι αντίστοιχα ήταν 46, 40, 14.

Μπορούμε να μιλάμε για αριστερή στροφή;

Παρά την υποχώρηση των δυνάμεων του Συριζα, τα αποτελέσματα του ΚΚΕ και της ΑντΑρΣυα έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα ευφορίας. Γνωστοί αριστεροί αναλυτές μιλάνε για το ιστορικό 20% το «μεγαλύτερο ποσοστό της αριστεράς από την μεταπολίτευση»,  ενώ άλλοι για ξεκάθαρο μήνυμα κατά του μνημονίου.
Ωστόσο αν δούμε πίσω από τα ποσοστά και με δεδομένο πάντα ότι οι εκλογές αυτές πραγματοποιούνται εν μέσω μιας ιστορικής επίθεσης στην εργατική τάξη και από έναν καπιταλισμό που βρίσκεται λίγο πριν τη χρεοκοπία η «στροφή» αυτή προς τα αριστερά έχει πολύ κοντά ποδάρια. Πράγματι υπάρχει μια αριστερή μετακίνηση 200 χιλ. πολιτών σε σχέση με το 2009. Έτσι αθροιστικά ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, Δη.Αρι. και Ανταρσύα, φτάνουν το 1 εκ 70 χιλ. ψήφους από 870 χιλ. Δεν πρόκειται όμως για κάτι πρωτόγνωρο. (πίνακας 1)

Δείτε επίσης αναλυτικά: Συγκριτικά αποτελέσματα με 2004 και 2007 με 2009

Μόλις πριν 3 χρόνια στις βουλευτικές 2007 η αριστερά έφτανε ξανά τις 995 χιλ. (ΚΚΕ: 580, Συριζα:361, Εξωκοινοβουλευτική:48). Πρέπει επίσης να θυμίσουμε ότι στις νομαρχιακές 2006 η εξωκοινοβουλευτική παρά που είχε παρουσία σε 7-8 νομαρχίες απέσπασε 67000 και ποσοστά, όπως και τώρα, της τάξης του 2%. Ο χώρος αυτός πάρα τα πενιχρά του αποτελέσματα στις βουλευτικές (εξαιτίας της πολυδιάσπασης και του πλαφόν του 3%) στις αυτοδιοικητικές έχει αποδείξει ότι μπορεί να πετυχαίνει ποσοστά που σε ορισμένους δήμους φτάνουν και το 5-6 %. Επομένως δεν αποτελούν τίποτα το εντελώς καινούργιο οι 98000 ψήφοι της Ανταρσύα.
Η αριστερά εδώ και μια δεκαετία διατηρεί ένα σκληρό πυρήνα 800 χιλ. και από κει και πέρα αναλόγως άγγιξε τρεις τουλάχιστον φορές το 1 εκ. (ευρωεκλογές 1999: 933 χιλ., ευρωεκλογές 2004:940 χιλ., εθνικές 07: 995 χιλ.). Επίσης πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι η Δη.Αρι. του Κουβέλη αποτελεί άνοιγμα σε ψηφοφόρους που είχαν ήδη εγκαταλείψει μετά το 2007 το Συριζα (θεωρώντας το νεοκομμουνιστικό μόρφωμα) προτιμώντας το ΠΑΣΟΚ ή τους Οικολόγους. Ας μην μπερδευόμαστε λοιπόν με το 20%, ούτε από τους 200 χιλ. «νέους» ψηφοφόρους της αριστεράς που δεν είναι και τόσο νέοι και ας αναρωτηθούμε γιατί από το 1,5 εκ. αγνοούμενους οπαδούς των τριών καθεστωτικών κομμάτων ένα απειροελάχιστο ποσοστό αποφασίζει να κινηθεί προς τ’ αριστερά;

Αριστερά

Μολονότι δεν μπορούμε να συζητάμε στα σοβαρά για αριστερή στροφή της κοινωνίας, αποτελεί επιτυχία το γεγονός ότι η αριστερά φτάνει την οροφή της τη στιγμή που το εργατικό κίνημα βγαίνει από μια ήττα, ενώ η άρχουσα τάξη αντεπιτίθεται ανασυνθέτοντας το αστικό μπλοκ εξουσίας με νέες συμμαχίες γύρω από ένα μίγμα ξενοφοβίας, πατριωτισμού, εθνικού κινδύνου, φόβου για το μέλλον και νοσταλγίας για την «Ελλάδα που χάνεται και βάλλεται πανταχόθεν». Παρόλο που είμαστε στην αρχή αυτής της διαδικασίας, όπως δείχνουν τα αποτελέσματα των φασιστών στο Δήμο Αθήνας, συνολικά αυτό δεν έχει ακόμα επηρεάσει τη γενική εικόνα. Όμως το ξεκαθαρίζουμε. Δεν βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα φάση ανόδου της αριστεράς. Απεναντίας είμαστε στο τέλος του κύκλου της ανάκαμψης που έχει ξεκινήσει ήδη από τις ευρωεκλογές 1999 όταν η αριστερά χωρίς το ΔΗΚΚΙ έπιανε τις 930 χιλιάδες και μαζί με το ΔΗΚΚΙ το 1,35 εκ., για να υπενθυμίσουμε και μια παλιότερη περίπτωση εκατομμυρίου. Η αριστερά σε αυτά τα 10 χρόνια κατάφερε να μαζέψει τα συντρίμμια της, που άνοιξε η πτώση του υπαρκτού και η συγκυβέρνηση Τζανετάκη, στις αρχές του 90, με μια έντονη κινηματική παρουσία (αντιπολεμικό, αντιπαγκοσμιοποίηση, φόρουμ, ανασύνθεση, εκπαιδευτικό ’06-07).
Όμως η περίοδος αυτή έχει πλέον τελειώσει. Μπροστά στην πρωτοφανή οικονομική κρίση, η αριστερά που συνεχίζει να διεκδικεί «κεκτημένα» (που κανείς δεν πιστεύει ότι μπορούν να δοθούν) και όχι την εξουσία, δεν θα μπορέσει να επιβιώσει από την πίεση των δυνάμεων που είναι αποφασισμένες με κάθε κόστος να σώσουν τον καπιταλισμό ακόμα κι αν η αριστερά και το εργατικό κίνημα θα πρέπει να το βουλώσουν μια για πάντα.
Περισσότερο στο ΣΥΡΙΖΑ και λιγότερο στο ΚΚΕ υπήρχε η αίσθηση ότι στις εκλογές αυτές θα γίνει ένα μπουμ. Πάνω σ’ αυτή τη βάση διασπάστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, σε δύο διαφορετικές εκδοχές του προβλεπόμενου αντιμνημονιακού μπουμ. Η μια το περίμενε από το «σοσιαλιστικό χώρο» που θα έρθει τρέχοντας να συναντηθεί με την «ανανεωτική ριζοσπαστική» αριστερά, η άλλη το περίμενε σε μια πιο χύμα λαϊκή version με την αυθόρμητη «μαζική αντίσταση στην κατοχή της τρόικα» που θα έβρισκε, όπως κάποτε με το ΕΑΜ, καταφύγιο στο Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής. Και ενώ αν άθροιζε κανείς τις αρχικές προβλέψεις των δύο σχεδίων θα έβγαζε γύρω στο 30% στην Αττική, τελικά περιορίστηκε σε ένα πενιχρό και χωρίς την παραμικρή δυναμική 8%, ξανά δηλαδή κάτω, μα πολύ κάτω, των αρχικών προσδοκιών. Μια το 18% πριν 2 χρόνια που έγινε 4,5 και μια τώρα και ο πολλά υποσχόμενος χώρος της ανασύνθεσης της αριστεράς απ’ όπου κι αν προέρχεται κοντεύει να γίνει περισσότερα κομμάτια απ’ όσα αρχικά την συνθέσανε. Σ’ αυτό το δυσμενές κλίμα για τις δυνάμεις του πρώην ΣΥΡΙΖΑ, ο κόσμος της αριστεράς προτίμησε να στηρίξει το ΚΚΕ και την Ανταρσύα, τιμωρώντας αφενός το μπάχαλο της «ενωτικής αριστεράς» και επιβραβεύοντας αφετέρου δύο δυνάμεις που πέρα από τα πολιτικά τους προβλήματα και τον αδιόρθωτο οικονομισμό και σεχταρισμό τους, έδωσαν τουλάχιστον τον τόνο στην μάχη ενάντια στο μνημόνιο και έγιναν πολύ περισσότερο από το ΣΥΡΙΖΑ το κόκκινο πανί των ΜΜΕ και της κυβέρνησης. Ας θυμηθούμε τα μπλόκα στο λιμάνι, τις μαζικές κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ, τα επίσης μαζικά και μαχητικά μπλοκ των πρωτοβάθμιων σωματείων που έδιναν την αίσθηση ότι κάπως συγκρούονται τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ σύρονταν στην ουρά αυτών των γεγονότων.
Το δυνατό σημείο του ΣΥΡΙΖΑ έχει γίνει εδώ και 1,5 χρόνο η μεγάλη του αδυναμία. Η ενότητα της αριστεράς κατέληξε σε ένα σκυλοκαβγά που αδυνατεί οποιοσδήποτε είναι έξω από τις αυλές των συνιστωσών να αποφασίσει ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο. Γι’ αυτό την πληρώνουν όλοι ανεξαιρέτως. Ο ΣΥΡΙΖΑ από τις 360.000 του 2007 βρίσκεται ήδη 100.000 κάτω, ακόμα κι αν κανείς υποθέσει ότι ο κόσμος αυτός υποστηρίζει σήμερα την Δη.Αρι. του Κουβέλη. Το διαζύγιο με τις δυνάμεις που υποστήριξαν τον Αλαβάνο πρέπει να θεωρείται δεδομένο ακόμα κι αν οι πάντες έχουν μετανιώσει για τις επιλογές τους. Το όλο εγχείρημα παραπαίει, με τον Συνασπισμό να αναζητάει μια νέα στρατηγική κοινοβουλευτικής επιβίωσης ακόμα κι αν παραμείνει το Αριστερό ρεύμα, ενώ οι συνιστώσες του Μετώπου, αν θέλουν να έχουν κοινοβουλευτική παρουσία θα πρέπει να αναζητήσουν συμμαχίες όχι ΕΑΜικού τύπου αλλά μάλλον στην παραδοσιακή εξωκοινοβουλευτική αριστερά. Εμείς, παρά τις καλές προθέσεις όλων αυτών πολύ αμφιβάλλουμε για την ευόδωση ενός νέου γύρου «ανασυνθέσεων» είτε προς το «σοσιαλιστικό χώρο» απλώς γιατί δεν υπάρχει τέτοιος, είτε προς την εξωκοινοβουλευτική γιατί αυτή έχει μια μαστοριά να διυλίζει τον κώνωπα και να καταπίνει την κάμηλο.
Η κρίση και η απειλή της χρεοκοπίας απειλούν συθέμελα την επιβίωση του καπιταλιστικού συστήματος όπως το ξέραμε μέχρι σήμερα. Η αριστερά που ξέρουμε εδώ και 60 χρόνια είναι η αριστερά της διαπραγμάτευσης δικαιωμάτων εντός ενός ακμάζοντος καπιταλισμού. Ο οικονομισμός, ο τρεϊντγιουνισμός, ο ρεφορμισμός, όλα αυτά τα χρόνια είχαν μια ορισμένη άμεση χρησιμότητα. Σήμερα δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα. Τα παλιά στελέχη αδυνατούν να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση. Όπως το υπάρχων αστικό πολιτικό σύστημα έχει φθαρεί και αδυνατεί να αντιμετωπίσει την κρίση, έτσι και η υπάρχουσα αριστερά όλων των ειδών αδυνατεί να διαμορφώσει μια εναλλακτική πρόταση πάνω στην οποία θα χτίσει και μια διάδοχη λύση. Όσο η αριστερά αδυνατεί να ξεφύγει από τη στρατηγική της ανέξοδης διαμαρτυρίας και δεν περάσει στη στρατηγική της αναμέτρησης για την εξουσία, τότε θα δει και τα ποσοστά της να υποχωρούν, αδυνατώντας να αποκωδικοποιήσει τις νέες συμμαχίες που χτίζει το σύστημα σε αντικατάσταση των προηγούμενων και να αναμετρηθεί μαζί τους. Συμμαχίες άλλωστε που θυμίζουν έντονα διεργασίες μεσοπολέμου. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα την πατήσουμε για δεύτερη φορά.

Ανασύνθεση του αστικού μπλοκ εξουσίας, νέες κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες

Οι άριστες σχέσεις ΠΑΣΟΚ – ΛΑΟΣ με το δεύτερο να δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι στηρίζει την «εθνική» προσπάθεια της κυβέρνησης, όσο και το ανοιχτό αβαντάρισμα της χρυσής αυγής, δεν μπορούν απλώς να ερμηνευτούν ως προσωρινές ή ευκαιριακές συμμαχίες. Στην ουσία πρόκειται για στρατηγική επιλογή της άρχουσας τάξης και ξεπερνάει κατά πολύ τις τακτικές κοινοβουλευτικές συμμαχίες που έχει ανάγκη το κυβερνών κόμμα ή την παρακρατική συνδρομή «αγανακτισμένων πολιτών» που έχουν ανάγκη οι δυνάμεις καταστολής ως βοήθεια ή ως άλλοθι για το κυνήγι των μεταναστών.
Αν μέχρι τώρα το αστικό μπλοκ εξουσίας της εποχής του μεταπολεμικού κοινωνικού συμβολαίου, προϊόν κι αυτό ενός παγκόσμιου ταξικού συσχετισμού, προϋπέθετε διαδικασίες συναίνεσης, τώρα η νέα αστική συμμαχία προϋποθέτει τη συντριβή του εργατικού κινήματος και τον εκμηδενισμό της αριστεράς. Από τον καπιταλισμό του καρότου περνάμε στον καπιταλισμού του ροπάλου και από το κράτος πρόνοιας στο κράτος εκτάκτου ανάγκης.
Μεσοστρώματα που μέχρι προχθές στήριζαν το σύστημα με μια σειρά ανταλλάγματα και ένα βελτιούμενο βιοτικό επίπεδο, σήμερα πλήττονται ανεπανόρθωτα από την κρίση και βρίσκονται κυριολεκτικά σε απόγνωση. Βλέποντας τον κόσμο να φεύγει κάτω από τα πόδια τους, τα περιουσιακά τους στοιχεία να χάνουν την αξία τους, τα μαγαζάκια τους χωρίς τζίρο, τις τράπεζες να τους απειλούν με κατασχέσεις, τις γειτονιές τους να υποβαθμίζονται, το κράτος να αδυνατεί να τους βοηθήσει όπως έκανε μια ζωή, έχουν αρχίσει να αντιδρούν.
Οι άνθρωποι αυτοί χρόνια απομονωμένοι και έξω από συλλογικές διαδικασίες, πραγματικοί ιδιώτες χωρίς καμία ενεργή εμπλοκή στα κοινά, με μια εντελώς περιορισμένη πολιτική οπτική που αφορούσε μονάχα τα του νοικοκυριού, επιχειρούν για πρώτη φορά να κάνουν κάτι για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Ανίκανοι να αντιληφθούν το εύρος της παγκόσμιας κρίσης, νομίζουν ότι ο τζίρος τους έχει πέσει εξαιτίας του πλανόδιου «παρεμπορίου» και όχι γιατί ο κόσμος δεν έχει φράγκο, ότι οι μετανάστες έρχονται στη γειτονιά τους και έτσι την υποβαθμίζουν και όχι γιατί είναι ήδη υποβαθμισμένη, ότι τα σπίτια τους χάνουν την αξία τους γι’ αυτό και όχι γιατί είναι απούλητα εκατοντάδες χιλιάδες νεόδμητα που κανείς δεν έχει λεφτά να αγοράσει. Η πνευματική τους αναπηρία δεν τους επιτρέπει να διακρίνουν τον υπεύθυνο της κατάστασής τους που είναι οι τράπεζες και το μεγάλο κεφάλαιο στο οποίο και βρίσκεται υποθηκευμένη όχι μόνο η δημόσια περιουσία, αλλά και η ιδιωτική αυτών των νοικοκυραίων, ενώ η δουλικότητά τους προς την εξουσία και η αδυναμία που αισθάνονται απέναντι σε οτιδήποτε κοινωνικά ισχυρότερο απ ‘ αυτούς τους κάνει να στρέφουν το μίσος τους προς τους από κάτω, στους πιο απόκληρους αυτής της κοινωνίας. Αφού αδυνατούν να τα βάλλουν με το μεγάλο κεφάλαιο που όχι μόνο το ζηλεύουν αλλά και το τρέμουν, και αφού δεν τολμούν να τα βάλλουν με το κράτος γιατί χέζονται απάνω τους μην τους έρθει η εφορία ή το ΙΚΑ, το μόνο που τους μένει για να διορθώσουν είναι η «αισθητική εικόνα της γειτονιάς τους» και της πέριξ του μαγαζιού τους περιοχής. Εκεί κάτι μπορούν να κάνουν, και επιπλέον να νοιώσουν ξανά έστω και λίγο αφεντικά. Νομίζουν ότι προπηλακίζοντας τους μετανάστες θα ξαναγίνουν τα Κ. Πατήσια, η Αττική και ο Αγ. Παντελεήμονας οι ακμάζουσες μικροαστικές συνοικίες της δεκαετίας του 1960 και το τ.μ. στην περιοχή θα εκτοξευτεί στις 3000 ευρώ. Και επειδή καθημερινά ξεφτιλίζονται από τους εισπράκτορες των τραπεζών που τους ζητούν να εξοφλήσουν τα κάθε είδους δάνεια, νομίζουν ότι κυνηγώντας τους πλανόδιους που πουλάνε μπιχλιμπίδια, κάλτσες, σώβρακα και τσάντες θα ξαναγεμίσουν οι μπουτίκ τους ξανά με κυράτσες που θα τσακίζουν τις κάρτες για να πουλήσουν μούρη στη Μέμου και το Μπουρνάζι.
Οι άνθρωποι αυτοί έχουν μηδέν κοινωνική συνείδηση. Χέστηκαν αν ο πλανήτης περνάει την χειρότερη οικονομική και περιβαλλοντική κρίση στην ιστορία του, δεν έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον όχι μόνο για το αν ο μετανάστης δίπλα τους ζει ή πεθαίνει, αλλά ούτε καν για τα ζόρια  που τραβάνε οι υπόλοιποι ελληναράδες που από κοινού κυνηγάνε μετανάστες. Το μόνο που τους απασχολεί είναι η πάρτη τους. Αυτός ο ελεεινός δεσμός είναι που τους ενώνει με όλους τους άλλους. Η οργή των μικροαστών για τον ξεπεσμό τους. Αλλά δεν είναι μόνο οι μικροαστοί. Είναι ακόμα και έλληνες εργαζόμενοι που κινδυνεύουν να χάσουν τις δουλειές τους αν δεν τις έχουν χάσει ήδη, που όμως κι αυτοί με τη σειρά τους αδυνατούν να σκεφτούν ότι αυτό οφείλεται στην ύφεση που νεκρώνει ολόκληρη την οικονομία και όχι στους μετανάστες. Αυτοί όμως νομίζουν ότι οι μετανάστες τους πήραν τις δουλειές αφού πρώτα έριξαν τα μεροκάματα, ότι είναι πολλοί και δεν χωράνε, ότι αν φύγουν θα ανοίξουν νέες θέσεις εργασίας. Η ηλιθιότητα σε όλο της το μεγαλείο. Μ’ αυτή τη λογική θα πρέπει όλοι οι «περιττοί», ακόμα και αυτοί οι ίδιοι αν είναι άνεργοι ή και «δημόσιοι υπάλληλοι που πρέπει να απολυθούν γιατί κι αυτοί λυμαίνονται τη χώρα» πρέπει να φύγουν επίσης. Ο παραλογισμός της ρατσιστικής βλακείας δεν έχει όρια. Οποιοσδήποτε θα μπορούσε να σκεφτεί λογικά χωρίς να είναι οικονομολόγος καταλαβαίνει ότι η κρίση δεν οφείλεται στον υπερπληθυσμό. Ότι καθένας που παράγει καταναλώνει και αυτό δίνει δουλειά σε άλλους κ.ο.κ. Μια οικονομία που δουλεύει τους χωράει όλους, μια άλλη που δεν δουλεύει δεν χωράει κανέναν. Αν φύγουν οι μετανάστες θα μείνουν ξενοίκιαστα τα σπίτια και χιλιάδες μαγαζάκια. Τα ασφαλιστικά ταμεία θα ξεμείνουν από εισφορές, πολλοί άνθρωποι που εξυπηρετούνται σε οικιακές εργασίες, από μετανάστριες που επίσης φυλάνε γέρους και παιδιά θα πρέπει να εγκαταλείψουν τις δουλειές τους και να γυρίσουν στα σπίτια, ειδικά οι γυναίκες. Αυτό μπορεί να είναι θεμιτό για τους φασίστες να γυρίσουν οι γυναίκες στις κουζίνες στους και στα παιδιά τους, αλλά η οικονομία όπως φυσικά την ξέρουμε σήμερα θα κατέρρεε την επόμενη μέρα. Για μας κανένα πρόβλημα, ας καταρρεύσει να τελειώνουμε, αλλά για όλους αυτούς του κοπρίτες που δεν βλέπουν πέρα από τη μύτη τους θα ήταν ακόμα μια μεγάλη έκπληξη. Τι θα έκαναν τότε. Θα έβρισκαν κάποιον άλλο να κυνηγήσουν. Αρκεί να είναι ή να νομίζουν ότι είναι τους χεριού τους.
Τα αστικά επιτελεία έχουν αντιληφθεί πλήρως αυτή την ψυχολογία που εξαπλώνεται ταχύτατα σε ξεπεσμένες μικροαστικές γειτονιές της Αθήνας. Γνωρίζουν ακριβώς πως σκέφτεται αυθόρμητα ο κάθε ηλίθιος «νοικοκύρης», το κάθε ψώνιο που εδώ και δύο δεκαετίας προσπαθεί να μεγαλοπιαστεί πουλώντας φούμαρα και μεταξωτές κορδέλες. Όπως τότε καλλιεργούσε αύτη τη διάθεση κάνοντάς την το κυρίαρχο life style, μέχρι που σύσσωμη η ελληνική νοικοκυροσύνη βρέθηκε να χρωστάει τα μαλλιά της κεφαλής της ύστερα από χρηματιστήρια και δάνεια δια πάσα νόσο και μαλακία, έτσι και τώρα αβαντάρει την επίσης αυθόρμητη διάθεση της μικροαστικής ηλιθιότητας «να βάλει τάξη στη γειτονιά» και «να πάρει την πατρίδα της πίσω». Τέλειος συνδυασμός. Τα θύματα της κρίσης αφού πρώτα ξεκοκαλίστηκαν από το κεφάλαιο, μπορούν τώρα να γίνουν τα μαντρόσκυλά του.
Έτσι η άρχουσα τάξη πετυχαίνει με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια: πρώτα εκτονώνει την οργή των μικροαστών προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω και δεύτερον αποκτά από το πουθενά ένα στρατό πραιτοριανών που θα υπερασπίσουν τα αφεντικά τους και τελικά το σύστημα από μια πιθανή εξέγερση των πιο καταπιεσμένων κοινωνικών στρωμάτων, των εργαζομένων που πλήττονται από τα αγρία μέτρα λιτότητας, των απολυμένων ανέργων, των μεταναστών που βρίσκονται στο δρόμο ύστερα από 15 χρόνια ξεζουμίσματος.
Όμως και οι εξεγερμένοι μικροαστοί έχουν κι αυτοί τις δικές τους προσδοκίες. Πιστεύουν ότι έτσι θα έχουν μια καλύτερη τύχη σε έναν κόσμο που αλλάζει και που «δεν μας χωράει όλους» με την προϋπόθεση φυσικά να έχουν κάνει πρώτα το καθήκον τους για την πατρίδα. Η στράτευση στο φασισμό από ανθρωποειδή που έμειναν στην απέξω «ενώ οι αριστεροί έχουν βολευτεί στα βόρεια προάστια» έχει εντελώς ωφελιμιστικά κίνητρα. Όπως και ο κάθε βλαξ ποντάρει σε μια εξυπηρέτηση από το εκάστοτε κόμμα εξουσίας αφού πρώτα έχει κάνει το καθήκον του, έτσι και ο φασίστας ευελπιστεί να βρεθεί μερικά σκαλιά πιο ψηλά στην κοινωνική πυραμίδα που αναδιαμορφώνεται με ραγδαίους ρυθμούς. Και αν ο ρεφορμισμός έρχεται σε συμφωνία με την άρχουσα τάξη ύστερα από μια σύγκρουση μαζί της ή έστω από συνεχείς χαμηλής έντασης τριβές ο φασισμός είναι μια κατευθείαν συμμαχία μεμονωμένων ανθρώπινων σκουπιδιών που διαπερνά όλες τις κοινωνικές τάξεις σε ένα αντεπαναστατικό μέτωπο για να σωθεί, στο όνομα φυσικά της πατρίδας, η οικονομική και πολιτική εξουσία των καπιταλιστών.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η άρχουσα τάξη έχει κάνει ήδη τις επιλογές της, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρώπη. Ας δει κανείς μόνο πως σύσσωμος ο «δημοκρατικός» καθεστωτικός δημοσιογραφικός συρφετός των δελτίων των 8 δικαιολογεί τις εγκληματικές επιθέσεις των φασιστών όχι πια σε ανώνυμους μετανάστες αλλά και σε επώνυμα πρόσωπα της αριστεράς και όχι μόνο. Επίσης και όσοι έχουν κάνει την επιλογή να στρατευτούν σ’ αυτό το μπλοκ έχουν επίσης κάνει τις επιλογές τους. Δεν πρόκειται απλά για μπερδεμένους κατοίκους, πρόκειται για τη νέα δεξαμενή του φασισμού. Πρόκειται για το φίδι που σκαει από το αυγό του. Και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπιστεί. Ανεξαρτήτως ηλικίας, χρώματος μαλλιού, βαθμού ηλιθιότητας και κοινωνικής τάξης.

Μπορούμε να αισιοδοξούμε, παρόλα αυτά;

Η απάντηση είναι ναι. Όχι όμως περιμένοντας κάτι από τις κάλπες. Το αποτέλεσμα αν το πάρει κανείς τοις μετρητοίς θα έπρεπε να πέσει σε μόνιμη απογοήτευση. Το 80% ψηφίζει καθεστωτικά κόμματα. Αυτή είναι η μόνη αλήθεια, κι ας επιμένουν όλες οι αριστερές μαμές της κάλπης ότι ο κόσμος ψήφισε κατά του μνημονίου υπολογίζοντας όχι μόνο την αποχή, αλλά και τους οπαδούς του Σαμαρά. Με τέτοιες ερμηνείες δεν είναι περίεργο που καταλήγουν σε ακόμα πιο λάθος τακτικές: Ο Καζάκης σ’ αυτή τη βάση στο άρθρο του υπό τον τίτλο «Το αληθινό μήνυμα των εκλογών» θεωρεί ότι «για πρώτη φορά στην περίοδο της μεταπολίτευσης μπροστά σε εκβιαστικά και καταπιεστικά διλήμματα ένας στους δύο ψηφοφόρους αρνήθηκε να νομιμοποιήσει με την ψήφο του την νέα κατάσταση που έχει επιβληθεί στη χώρα, είτε με το λευκό, το άκυρο και την αποχή, είτε ψηφίζοντας πολιτικές προτάσεις που, στα μάτια τουλάχιστον του κόσμου, ταυτίζονται καθαρά με την άρνηση του χρέους και την ανατροπή του υπάρχοντος καθεστώτος» για να καταλήξει ότι «χρειάζεται ένα ευρύ παλλαϊκό μέτωπο που να μπορεί να ξεπερνά τους διαχωρισμούς δεξιάς και αριστεράς μέσα στο λαό, να αναδεικνύει το κοινό συμφέρον όλων των εργαζομένων μέσα από τον αγώνα για την μη αναγνώριση του δημόσιου χρέους, για την έξοδο από το ευρώ, για την εθνικοποίηση των μεγάλων τραπεζών, για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την κατάκτηση της δημοκρατίας στον τόπο μας μέσα από την κατοχύρωση στην πράξη της λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας». Απλά πράγματα δηλαδή. Ήδη έχουμε την πλειοψηφία, ας μην ψαχνόμαστε με την «ενότητα της αριστεράς, η οποία ενταφιάστηκε πανηγυρικά με αυτές τις εκλογές» κι ας ασχοληθούμε με σχήματα πάνω από διαχωρισμούς δεξιάς αριστεράς.
Ακόμα και η αριστερά που θεωρεί κεντρική την πολιτική μάχη για το χρέος, αυτοπαγιδεύεται στην αυταπάτη της κατάκτησης της πλειοψηφίας που μάλιστα ήδη… υπάρχει. Δεν μένει λοιπόν παρά να φτιάξουμε το νέο ΕΑΜ για να πάρει σάρκα και οστά. Το γεγονός ότι ο Αλαβάνος επιχείρησε το ίδιο για να εισπράξει 2% προφανώς δεν λεει τίποτα, ενώ το σεχταριστικό ΚΚΕ έπαιρνε αντίστοιχα 15% στην ίδια περιφέρεια.
Λοιπόν. Δεν υπάρχει καμία έτοιμη πλειοψηφία που να «ταυτίζεται καθαρά με την ανατροπή του καθεστώτος» και ούτε πρόκειται να υπάρξει τέτοια πλειοψηφία μέσα από τις κάλπες. Επιτέλους η αριστερά και ο κόσμος της ας πάψουν να ασχολούνται με τέτοιου είδους άχρηστες και παθητικές πλειοψηφίες που πάντα ακόμα κι όταν τις μαστιγώνουν αλύπητα συνεχίζουν να ελπίζουν στα ψίχουλα που τους υπόσχεται η εξουσία. Η αριστερά δεν έχει να κερδίσει τίποτα από την παθητικότητα αυτού του κόσμου, έχει μόνο να κερδίσει από την ενεργητικότητα και τη θέληση του δικού της κόσμου. Ας σταματήσουμε πια να ασχολούμαστε με τα μονίμως «αθώα θύματα» αυτής της κοινωνίας, ας δούμε την πραγματικότητα κατάφατσα, ας σταματήσουμε να παραμυθιαζόμαστε με τις ανύπαρκτες λαϊκές πλειοψηφίες, ας πάψουμε να αναζητούμε κι εμείς όπως και ο ΓΑΠ την «δημοκρατική νομιμοποίηση», για να κάνουμε ένα βήμα πιο πέρα.
Την επομένη κιόλας του δεύτερου γύρου η eurostat θα ανακοινώσει και επίσημα ότι τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Το έλλειμμα του 2009 θα αναθεωρηθεί στο 16%, ενώ το φετινό, πάρα τις πρωτοφανείς περικοπές δαπανών και τις εξωφρενικές μειώσεις μισθών, αναμένεται να αγγίξει το 10%. Με λίγα λόγια τα 22 δις ευρώ. Το δημόσιο χρέος θα φτάσει τα 350 δις αχρηστεύοντας την οποιαδήποτε αποτελεσματικότητα του «σταθεροποιητικού» προγράμματος και του μνημονίου. Την ίδια στιγμή η κρίση του χρέους μεταδίδεται ταχύτατα σε όλη την Ευρώπη. Η Ιρλανδία με 32% έλλειμμα φέτος είναι μια αναπνοή πριν τη χρεοκοπία και πλέον δανείζεται με το απίστευτο 9% και πίσω της η Πορτογαλία με 7,2%. Οι περικοπές στην Μ. Βρετανία παρά τους μύθους περί «φλεγματικών» Άγγλων, οδήγησαν σε μια ογκώδη φοιτητική διαδήλωση 50000 στο κέντρο του Λονδίνου που κατέληξε στη καταστροφή των γραφείων των τόρυδων.
Αμέσως μετά την ανακοίνωση των αναθεωρημένων στοιχείων θα μάθουμε ακριβώς τι θα περιλαμβάνει το 2ο μνημόνιο. Όλοι αφήνουν να εννοηθεί ότι το 1ο θα μοιάζει με παιχνιδάκι. Καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι καθημερινά στα τηλεοπτικά δελτία προετοιμάζουν τον κόσμο για μαζικές απολύσεις στο ευρύτερο δημόσιο τομέα, ιδιωτικοποιήσεις και κλεισίματα ΔΕΚΟ και άλλων ΝΠΔΔ, νέες περικοπές σε μισθούς του δημοσίου και συντάξεις και δραματικές περικοπές δαπανών για υγεία, πρόνοια, δήμους και παιδεία.
Μπροστά στο νέο γύρο που έρχεται η αριστερά και το κίνημα θα έχουν ακόμα μια ευκαιρία. Απέναντι δεν θα είναι οι υπάλληλοι της τρόικα, ούτε κάποιο μνημόνιο, αλλά η κυβέρνηση του ΓΑΠ, η μοναδική υπεύθυνη για αυτή την πολιτική, το βαθύ κράτος και οι κατασταλτικοί και ιδεολογικοί του μηχανισμοί και ένα διαρκώς αυξανόμενο τσούρμο παρακρατικών ρατσιστικών συμμοριών που στο όνομα μιας κάποιας κατάστασης εθνικού κινδύνου θα επιχειρήσουν από κοινού να επιβάλουν καθεστώς εκτάκτου ανάγκης προκειμένου να σωθεί το παρακμιακό τους σύστημα και να συνεχίζουν οι απατεώνες τοκογλύφοι καπιταλιστές να εισπράττουν ανελλιπώς τους τόκους τους και να ληστεύουν τον εργαζόμενο λαό. Στη μέση αυτής της σύγκρουσης θα βρεθεί η «αθώα πλειοψηφία» που για ακόμα μια φορά θα περιμένει το αποτέλεσμα για να ταχθεί με τους νικητές. Στη διάρκεια της μάχης δεν έχει καμία σημασία τι  ψηφίζει στις κάλπες ή στα γκάλοπ αυτή η «πλειοψηφία».
Η αριστερά έχει ήδη τον κόσμο που χρειάζεται.και εκεί που παίζεται το παιχνίδι ακόμα περισσότερο. Αρκεί να ξεκαθαρίσει ποια θα είναι η επόμενη μέρα. Και αν αυτή η αριστερά δεν μπορεί, ας χτίσουμε μια καινούργια, αποφασισμένη να επιβάλει τη θέλησή της, χωρίς να περιμένει πότε θα ξυπνήσει και ο τελευταίος στούρνος αυτής της κοινωνίας. Και όποιος θέλει πλειοψηφίες ας μάθει ότι αυτές κερδίζονται με το σπαθί και όχι με τα λόγια.

Κ. Μαραγκός

Σχολιάστε